- μπαμπακοχώραφο
- το хлопковая плантация; хлопковое поле
Νέα ελληνική-Ρωσικά λεξικό. И.П. Хориков, М.Г. Малев. 1980.
Νέα ελληνική-Ρωσικά λεξικό. И.П. Хориков, М.Г. Малев. 1980.
μπαμπακοχώραφο — το χωράφι φυτευμένο με βαμβάκι … Dictionary of Greek
βαμβακοχώραφο — βαμβακοχώραφο, το και μπαμπακοχώραφο, το χωράφι όπου καλλιεργείται βαμβάκι: Υπήρχαν πολλά βαμβακοχώραφα στην πολιτεία Μισισίπι στις Ηνωμένες Πολιτείες … Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)